Οι Καβαλιώτες έμποροι επιβαρύνονται με μεγάλα τέλη. Η όλη υπόθεση για την κατασκευή του λιμανιού ξεκίνησε το 1912. Ενώ η εταιρία Αμπέλ Κουβρέ έκανε την μελέτη, το θέμα του λιμανιού παρέμεινε σε εκκρεμότητα αφού, λόγω των Βαλκανικών πολέμων, δεν πρόφτασε να επικυρωθεί και έτσι αργότερα δεν αναγνωρίστηκε η κατασκευή του από την κυβέρνηση. Το 1920 το Λιμενικό Ταμείο Καβάλας επιδίωξε το χτίσιμο του λιμανιού. Έτσι, όλοι οι φόροι αυξήθηκαν προκειμένου να συγκεντρωθεί ένα ποσό για να ξεκινήσουν οι εργασίες. Το 1922 ο Ιταλός N. Andruzzi έκανε μία πρώτη μελέτη, η οποία τελικά απορρίφτηκε. Ο Άγγελος Γκίνης, καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και αναγνωρισμένος λιμενολόγος, εκπονεί μια νέα μελέτη η οποία γίνεται δεκτή το 1924 και αποτελεί τη βάση για τα μεταγενέστερα λιμενικά έργα. Δύο μόλοι προβλέπονταν από αυτή τη μελέτη, ένας προσήνεμος και ένας υπήνεμος. Ο πρώτος, ο τωρινός λιμενοβραχίονας, με μήκος 637 μέτρα, θα ξεκινούσε από την άκρη της χερσονήσου και θα συνέχιζε παράλληλα προς την στεριά, ενώ ο δεύτερος θα εκτεινόταν κάθετα προς τον πρώτο. Δυστυχώς δεν συγκεντρώθηκε το ποσό των 75 εκατομμυρίων δραχμών που χρειαζόταν για την κατασκευή. Έτσι, το χτίσιμο ενός «λιμενίσκου» ανακοινώθηκε από την Λιμενική Επιτροπή Καβάλας, εκεί όπου βρισκόταν το παλιό Τελωνείο. Το έργο κόστισε 2,3 εκατομμύρια δραχμές και ολοκληρώθηκε το 1924. Ο προσήνεμος και ο υπήνεμος μώλος ήταν 90 και 70 μέτρα αντίστοιχα ενώ το κρηπίδωμα είχε μήκος 200 μέτρων. Το 1924 – 1925 επιχωματώθηκε ο χώρος μπροστά από το Λιμεναρχείο, την πλατεία Καραολή και Δημητρίου και το ξενοδοχείο «Κωνσταντινούπολις» και σχηματίστηκε η πρώτη προβλήτα. Η οδόστρωση πρώτα και μετά η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος ολοκλήρωσαν τον επιχωματωμένο χώρο, έκτασης 23 στρεμμάτων. Οικονομικά προβλήματα αλλά και αντιρρήσεις της γαλλικής εταιρείας ήταν δύο από τα πολλά και πολύπλοκα ζητήματα που δεν «άφηναν» την κατασκευή του λιμανιού να τελειοποιηθεί. Το 1926 άλλαξε ο τρόπος φορολογίας του καπνού που προοριζόταν για εξαγωγή, κάνοντας τα έσοδα του Λιμενικού Ταμείου να μειωθούν κατά πολύ και έτσι η αποπεράτωση όλων των λιμενικών υποδομών έμοιαζε αδύνατη. Τότε η Λιμενική Επιτροπή θεώρησε εφικτή την κατασκευή μόνο ενός μέρους του έργου. Έτσι κατασκευάστηκε όλος ο προσήνεμος μόλος, το κρηπίδωμα και έγινε εκβάθυνση της λεκάνης του λιμανιού. Τον Ιούλιο του 1928 το έργο ανέλαβε να κατασκευάσει η Ανώνυμη Εταιρία Θαλασσίων και Υδραυλικών Έργων (ΕΡ-ΘΑ). Το Μάρτιο του 1929 υπογράφηκε συμφωνία και έτσι το Νοέμβριο του ίδιου έτους ο Ελευθέριος Βενιζέλος εγκαινίασε την κατασκευή του έργου. Μεγάλοι ογκόλιθοι, φυσικοί και τεχνητοί, μεταφέρθηκαν για την κατασκευή του λιμενοβραχίονα. Πολλά προβλήματα, όπως οι καιρικές συνθήκες, οι απεργίες, οι τεχνικές δυσχέρειες και τα ατυχήματα αποτελούσαν κύρια αίτια για την επιβράδυνση της ολοκλήρωσης του έργου. Μέχρι το 1930 είχε κατασκευαστεί μεγάλο μέρος του έργου. Αργότερα, κατά το 1960, επιχωματώθηκε ο εσωτερικός χώρος του λιμανιού μέχρι και το Φάληρο. Έτσι ολοκληρώθηκαν οι βασικές υποδομές για την ασφαλή λειτουργία του λιμανιού. Το λιμάνι της Καβάλας, από τότε που άρχισαν τα έργα μέχρι την ολοκλήρωσή τους, πέρασε από κλιμακωτές φάσεις ανάπτυξης και εμπορικής κίνησης. Και μάλιστα, χαρακτηρίστηκε ως το τρίτο λιμάνι της χώρας σε εμπορική κίνηση. Με την ύπαρξη του λιμανιού η πόλη της Καβάλας απέκτησε τη δυνατότητα εξαγωγής μεγάλων ποσοτήτων καπνού. Με αυτόν τον τρόπο η πόλη έγινε γνωστή σε Αμερική και Ευρώπη ως η «Μέκκα του καπνού».